Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

ΟΜΟΗΧΕΣ -ΟΜΩΝΥΜΕΣ

Στη γλώσσα μας – λόγω του πλούτου που  τη διακρίνει – παρατηρούνται πολλές ομόηχες λέξεις (ομόηχα  ή ομώνυμα). Έτσι  ονομάζονται οι λέξεις που προφέρονται όμοια αλλά έχουν διαφορετική σημασία και συχνά ορθογραφία.

ΤΑ ΕΝΤΟΝΑ ΜΑΥΡΑ ΕΙΝΑΙΗ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ
αίτημα  –  έτοιμα
ακόλλητος   ( < κολλώ ) – ακώλυτος ( < κωλύω )
άφιλος ( < φίλος )  – άφυλλος ( < φύλλο )
 βάζο – βάζω
(ο) βόλος (μπίλια) – Βόλος (η πόλη)
γλείφω ( με τη γλώσσα )  – γλύφω ( με εργαλείο )
δανεικός  ( < δανείζω ) – δανικός ( < Δανία )
διάλειμμα (< διαλείπω )   –  διάλυμα ( < διαλύω )
δῆμος – δεῖμος ( < η προσωποποίηση του τρόμου)
δίνει ( δίνω )  – δίνη ( στρόβιλος )
δίστιχο ( δύο στίχοι ) –  δύστυχο ( το ) (κακότυχο )
(το) δράμα (θεατρικό έργο) – Δράμα (πόλη)
έγγειος  – έγκυος
έκκληση  – έκλυση ( ηθών )
εξάρτηση ( < εξαρτώμαι ) – εξάρτιση ( πλοίου )  – εξάρτυση ( στρατιώτη )
ετοιμολογία  –  ετυμολογία ( της λέξης )
ευφορία  – εφορία
εύηχα-έβηχα
ήρα ( του σιταριού )   – Ήρα ( θεά )
ήττα  – ήτα ( το γράμμα )
θαλάμη ( όπλου )  – θαλάμι ( φωλιά χταποδιού )
θύρα ( πόρτα ) – θήρα ( κυνήγι )  – Θήρα ( το νησί Σαντορίνη )
ίλη ( λόχος ιππικού )  – ύλη
ιός  ( γρίπης )  – υιός ( γιός )
Ιωνικός ( < Ιωνία )  – Ιονικός ( < Ιόνιο )
καινός ( καινούριος)  – κενός
κάλλος  – κάλος
κάππα ( το ) γράμμα – κάπα ( η ) πανωφόρι
(το) κερί – (οι) καιροί
κήτος ( θαλάσσιο )  – κύτος ( πλοίου , αμπάρι )
κλίνει-κλείνει-κλίνη
κλήση-κλίση-κλείσει
κλήμα  –  κλίμα
κόλλημα  – κώλυμα
κόμη ( μαλλιά )  – κώμη ( κωμόπολη )
κόμμα ( πολιτικό, σημείο στίξης )   – κώμα
Κρητικός – κριτικός
κρήνη – κρίνοι – κρίνει
Κρητικὸς –  κριτικὸς
κινώ – κοινό
λήμμα ( λέξη )  – λύμα ( απόβλητο )  – λίμα ( < λιμάρω )
λιμός ( πείνα )  – λοιμός ( ασθένεια)
λήθη – λίθοι
λίπη ( τα ) – λύπη ( η ) – λείπει ( ρήμα )
λίρα ( νόμισμα )  λύρα ( μουσικό όργανο )
λιτός – λυτός ( < λύνω )
μέλι-μέλη-μέλλει-μέλει ( ενδιαφέρει ) 
(τα) μέρη (τοποθεσίες) – Μαίρη (όνομα)
Μήλος ( το νησί )  – μύλος ( ο )
μήτρα ( γυναίκας )  – μίτρα ( δεσποτική )
μοιχός ( άπιστος σύζυγος ) – μυχός ( κόλπου )
μηλιά  – μιλιά ( < μιλώ )
νίκη – νοίκι
νότα  – νώτα ( τα )
ξηρός – ξυρός ( το ξυράφι ) βλ. επί ξυρού ακμής
όμως (σύνδεσμος) – (ο) ώμος (σώμα)
όρος ( βουνό)  – όρος ( συμφωνία )
οι πότες – ιππότες
πάλι, πάλη, πάλλει
πήρα (παίρνω) – πείρα (γνώσεις που έχει αποκτήσει κάποιος από μια δραστηριότητα που ασκεί)
πύθων,  πείθων
Πολύ, πολλοί, πολλή, πωλεί
πιάνο – πιάνω ( ρήμα )
πείρα – πήρα ( παίρνω )
ποιά (αντων .)    –  πιά ( επίρρ. )
(ο) πόρος (του δέρματος) –  Πόρος (νησί)
(ο) πύργος (κτίριο) – Πύργος (πόλη)
παράλειψη ( < παραλέιπω) – παράληψη (  < παραλαμβάνω )
ρήμα ( το ) – ρίμα ( η )
σατυρικός ( που ταιριάζει σε Σάτυρο )  – σατιρικός ( <σατιρίζω )
σήκω – σύκο
σκηνή -σκοινί
σορός ( η )  – σωρός ( ο )
στίχος ( ποιήματος) – στοίχος (σειρά , αράδα)
(η) στήλη (μνημείο) – (οι) στύλοι (στηρίγματα)
ταινία (κινηματογραφικό έργο) – ταινία (παράσιτο που ζει στα έντερα των θηλαστικών) – ταινία (μακρόστενη λωρίδα από χαρτί, πλαστικό ή άλλο υλικό/κορδέλα)
τείχος ( το ) – τοίχος ( ο )
τόπι ( το )  – τόποι ( οι )
τόνος ( ψάρι )  – τόνος ( οξεία )  – τόνος ( 1000 κιλά )
τύχη  –  τοίχοι  – τείχη  – τύχει ( ρήμα )
τυρί  – τηρεί ( τηρώ ) 
φύλλο ( δέντρου ) – φύλο – φίλο
φυτό  – φοιτώ
φυλὴ –  φιλὶ
χήρος  –  χοίρος
χορικός ( < χορός ) – χωρικός ( < χωριό )
χοίρων, χήρων, χείρον, χείρων, Χείρων (ο κένταυρος, όνομα)
ψηλός (ύψος) – ψιλός (λεπτός)
ωράριο-οράριο (λειτουργικό άμφιο του διακόνου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου